Τρίτη 30 Ιουλίου 2013

Η Ανευθυνότητα του πλήθους” Το πείραμα


“Η ανευθυνότητα του πλήθους”. Το πείραμα των Ντάρλεϊ και Λατανέ.
“Ο κόσμος είναι επικίνδυνος, όχι εξαιτίας αυτών που κάνουν το κακό, αλλά εξαιτίας αυτών που τους κοιτάζουν χωρίς να κάνουν τίποτα.” – Άλμπερτ Αϊνστάιν

Η ιστορία που ακολουθεί δεν είναι, δυστυχώς, φανταστική. Μοιάζει να βγήκε από ταινία τρόμου, ειδικά μόλις μαθαίνουμε ότι συνέβη μια Παρασκευή και 13. Συγκεκριμένα την Παρασκευή, 13 Μαρτίου του 1964.

Ήταν τρεις η ώρα το πρωί και η Κάθριν Τζενοβέζε γύριζε σπίτι από τη βραδινή της βάρδια. Έμενε στο Κουίνς της Νέας Υόρκης, σε μια πολυκατοικημένη αστική περιοχή.

Αφού πάρκαρε το αυτοκίνητο της προχώρησε προς την είσοδο της πολυκατοικίας της.

Εκεί αντιλήφθηκε, μέσα στις σκιές, έναν άντρα -που πιθανότατα της φάνηκε ύποπτος- και γύρισε για να ξαναμπεί στο αυτοκίνητο της ή να τηλεφωνήσει στην αστυνομία.

Δεν πρόλαβε. Ο άντρας, ονόματι Γουίνστον Μόουζλι, την πρόφτασε και της έχωσε ένα μαχαίρι στην πλάτη. Καθώς εκείνη στράφηκε να τον αντιμετωπίσει τη μαχαίρωσε και στην κοιλιά…….

…..Η απεχθής αυτή εγκληματική πράξη διήρκεσε 35 λεπτά. Η πρώτη επίθεση έγινε στις 3:15 και ο Μόουζλι έφυγε στις 3:50.

38 αυτόπτες μάρτυρες παρατηρούσαν την κοπέλα να μαχαιρώνεται (τρεις φορές) μέχρι θανάτου, χωρίς να κάνουν τίποτα, χωρίς καν να τηλεφωνήσουν στην αστυνομία.

Η αστυνομία ειδοποιήθηκε στις 4 το πρωί και όταν έφτασε ήταν πολύ αργά. Για όλους.

Το έγκλημα αυτό ίσως να χανόταν ανάμεσα τους φακέλους της αστυνομίας, αν δεν το μάθαιναν δύο κοινωνικοί ψυχολόγοι, ο Ντάρλεϊ και ο Λατανέ. Αυτοί δεν ενδιαφέρθηκαν για τη διεστραμμένη προσωπικότητα του δολοφόνου, αλλά για κάτι ίσως πιο συνταρακτικό: Την απάθεια των παρατηρητών, την απροθυμία τους να βοηθήσουν. Τι ήταν αυτό που τους εμπόδισε να αντιδράσουν;

Κάποιοι ψυχολόγοι και ψυχίατροι αναφέρθηκαν στη «συναισθηματική άρνηση» των αυτόπτων μαρτύρων: Ότι εξαιτίας του σοκ έμειναν αδρανείς, απαθείς. Ένας άλλος μίλησε για τον αρνητικό ρόλο της τηλεόρασης, η οποία είχε εθίσει τους τηλεθεατές στη βία και στην κοινωνική απάθεια.

Όμως ο Ντάρλεϊ με τον Λατανέ δεν πείστηκαν. Ένιωθαν, χωρίς να μπορούν ακόμα να το εξηγήσουν, ότι αυτή η συμπεριφορά δεν είχε να κάνει με την τηλεόραση ή με το συναισθηματικό κλονισμό, αλλά με κάτι βαθύτερο, ίσως και πιο αρχέγονο.

Έτσι προχώρησαν στο περίφημο πείραμα τους, αυτό που αποκάλυψε την έννοια της «διάχυσης της ευθύνης».

Όπως είναι ευνόητο δεν μπορούσαν να αναπαραστήσουν μια δολοφονία, έτσι έκαναν αναπαράσταση μιας επιληπτικής κρίσης.

Το υποκείμενο, ένας φοιτητής, με μικρόφωνο και ακουστικά, καθόταν μόνος σε ένα μικρό δωμάτιο.

Θα μιλούσε για 2 λεπτά για τις δυσκολίες που αντιμετωπίζει στη φοιτητική ζωή, αφού πρώτα θα άκουγε και άλλους φοιτητές, από άλλα δωμάτια, να μιλάνε για τη δική τους ζωή.

Κάποια στιγμή ένας από τους φοιτητές, που στην πραγματικότητα ήταν ηθοποιός, ξεκίνησε να λέει, ότι είναι επιληπτικός και αυτό συχνά του δημιουργεί προβλήματα κλπ κλπ.

Στη συνέχεια ο «επιληπτικός φοιτητής», άρχιζε να παθαίνει κρίση και να ζητάει βοήθεια: «Νομίζω ότι παθαίνω κρίση. Βοηθήστε με. Θα πεθάνω.»
Η ψεύτικη επιληπτική κρίση διαρκούσε έξι λεπτά. Σε αυτό το χρονικό διάστημα μόλις το 31% των φοιτητών που άκουγαν σηκώθηκαν και ζήτησαν βοήθεια από τον υπεύθυνο του προγράμματος.

Το υπόλοιπο 69% των φοιτητών, ενώ είχαν ταραχτεί -καταρρίπτοντας έτσι την υπόθεση της απάθειας και της τηλεοπτικής αποχαύνωσης- δεν ήξεραν τι να κάνουν. Περίμεναν ότι κάποιος άλλος θα βοηθούσε τον επιληπτικό, έτσι δεν έκαναν τίποτα.

Η «διάχυση της ευθύνης» φάνηκε πιο καθαρά όταν οι πειραματιστές άλλαξαν τις συνθήκες του πειράματος, δίνοντας την εντύπωση στον κάθε φοιτητή, ότι μιλάει μόνος του με τον επιληπτικό.

Όταν το υποκείμενο πίστευε ότι είναι μόνος του με τον επιληπτικό φοιτητή, αναζητούσε βοήθεια μέσα στα τρία πρώτα λεπτά. Συγκεκριμένα το 85% των φοιτητών αντέδρασε έτσι.

Το συμπέρασμα των Ντάρλει και Λατανέ ήταν: «Όσο περισσότεροι είναι οι μάρτυρες κάποιου δυσάρεστου γεγονότος, όπως επίθεση ή ατύχημα, τόσο λιγότερο υπεύθυνος αισθάνεται ο καθένας, γιατί η ευθύνη καταμερίζεται ισομερώς στο πλήθος.»

Με διαφορετικά λόγια είναι λάθος να αισθανόμαστε περισσότερο ασφαλείς μέσα σε ένα μεγάλο πλήθος, όπως αυτό της πόλης. Είναι πιο πιθανό να σε βοηθήσει ο ένας και μοναδικός σου γείτονας, παρά όλοι αυτοί οι άνθρωποι -οι οποίοι συνήθως είναι και άγνωστοι- που συνωστίζονται στις πολυκατοικίες τριγύρω σου και σε προσπερνούν στους πολυσύχναστους δρόμους.

Και δεν είναι τυχαίο αυτό που λένε οι ποιητές: Ότι η μοναξιά μας γίνεται μεγαλύτερη μέσα στο πλήθος.

Όμως οι Ντάρλει και Λατανέ έβγαλαν άλλο ένα συμπέρασμα, πιο αισιόδοξο, με κάποιο άλλο πείραμα που δε θα αναφέρω αυτή τη στιγμή, παρότι είναι εξίσου ενδιαφέρον: Ό,τι η αλληλεγγύη διδάσκεται.

Αν ένας άνθρωπος απλά ακούσει για τη «διάχυση της ευθύνης», είναι έτοιμος, την επόμενη φορά που θα συμβεί κάτι «μπροστά στα μάτια του», να αντιδράσει διαφορετικά.

Υπάρχουν περισσότερες πιθανότητες να μην προσπεράσει το γέρο που έπεσε στη μέση του δρόμου, επειδή κάποιοι άλλοι ήδη στέκονται από πάνω του, λέγοντας -στον εαυτό του: «Ας τον βοηθήσουν αυτοί, εγώ τι μπορώ να κάνω παραπάνω;»
Είναι πιο πιθανό να μην αφήσει αβοήθητη μια γυναίκα ή ένα παιδί ή έναν άγνωστο ή έναν σκύλο που ξυλοκοπούνται, πιστεύοντας ότι δεν είναι δική του ευθύνη -αφού τόσοι παρακολουθούν χωρίς να κάνουν τίποτα.

Γιατί ξέρει ότι όλοι έχουμε ευθύνη -την ίδια ακριβώς, χωρίς διάχυση- για ό,τι συμβαίνει στην κοινωνία μας, και δε θέλει να είναι ένας από τους 38 αυτόπτες μάρτυρες που άφησαν το Μόουζλι να κατακρεουργήσει την Κάθριν Τζενοβέζε.

Και ίσως τότε, αν τα συμπεράσματα των Ντάνλεϊ και Λατανέ είναι σωστά, ακόμα και αυτό το ασήμαντο κείμενο μπορεί να βοηθήσει την επόμενη Κάθριν να επιζήσει.

(Πηγή: «Το κουτί της Ψυχής», της Lauren Slater, από τις εκδόσεις Οξύ.)










a-pistefto
enallaktikidrasi.com
ntokoumentagr.blogspot.gr